Προσμονή του Τέλους.
Της προσμονής μου, πολύ αργό ρολόι,
σε περιμένω καιρό, πικρό μου αγόρι.
Να έρθεις, γλυκά, να με κοιμήσεις.
Στην αγκαλιά της γης, να με αφήσεις.
Να με κρατάς σφιχτά, να μην πονέσω.
Να συγχωρεθώ,…. .και να συγχωρέσω.
Να προλάβω,… στα παιδιά μου να πω,
ένα αντίο, ..σας αγαπούσα, σας αγαπώ.
Στην όμορφη άνοιξη να πω, στο καλοκαίρι,
στον παγωμένο, γεροχειμώνα, στο αγέρι.
Εκεί που πάω, δεν ξέρω, αν σας αισθανθώ.
Στην αγκαλιά σας όμως, θέλω να κοιμηθώ.
Στη μνήμη μου, να έρχονται μόνο αυτοί,
που στην ζωή , είχαμε πολύ αγαπηθεί.
Θα είμαι, σκιά και θα τους προστατεύω.
Γι΄αυτούς, από τα ουράνια, θα κατέβω.
Ακροβατώ
Ακροβατώ και πάλι απόψε
Μες του μυαλού την άκρη.
Που μοιάζει με αγκάθι,
που τρυπάει και πονώ.
Λέω να φύγω, να σε ξεχάσω.
Μα συνεχώς πίσω γυρνάω
Το όνειρο μας, .. ψάχνω
Και ακροβατώ.
Περπατάω και περπατώ,,
Και όλο χάνομαι μακριά σου.
Στις θύμησης μου γνωστά μέρη.
Τότε, που δεν φυσούσε το αγέρι.
Πριν, με αγγίξει η καρδιά σου.
Πριν , ανταμώσω την ματιά σου.
Σε βουβές και γκρίζες ουτοπίες.
Και ακροβατώ,
Βαδίζω μόνη,
Σε θάλασσες φουρτουνιασμένες
Με ανέμους και κύματα.
Στα μάτια μου, χιλιάδες δάκρια.
Που τα κρύβω, για σένα, που αγαπώ.
Αλλά, σου τα στέλνω,
με του ουρανού τα σύννεφα.
Και ακροβατώ
Τώρα θα ζω , μέσα από το χτες
Στις χαμένες μουσικές και σε τραγούδια
Που μιλούσαν για σένα, που αγαπούσα
Για τον ήλιο, που κάθε μέρα, κοιτούσα.
Το όνειρο, που ήθελα και νοσταλγούσα,
Μέσα στον χρόνο, πάντα σ αγαπούσα
Σ αγαπώ και ………….ακροβατώ.
Το βάρος της ψυχής μας
Στο τέλος, μετριούνται των ανθρώπων, όλες οι αξίες.
Τα υπόλοιπα, φυλάσσονται στου Θεού, τους γαλαξίες.
Με απόβαρο, την φωνή της συνείδησης και την ψυχή τους.
για να μην αφήσει, άσπλαχνους, άδικους και παρακλήτους.
Σκόρπια φύλλα είμαστε. Σκόνη, στον φθινοπωρινό αγέρα,
Πιόνια, κάποιου άπειρου παίχτη, που παίζει σε σκακιέρα.
Βροχή, που πέφτει και χάνεται, στου ωκεανού την χώρα.
Διαβάτες χειμωνιάς, Προσκυνητές στου Θεού την ανηφόρα.
Στο διάβα της μικρής ζωής, οι άνθρωποι,… πίσω ας κοιτάξουν…
την ψυχή μας, ίσως αναζητούν, τον πόνο τους, να εκφράσουν,
κάποιοι, που ίσως, πίσω ξέμειναν, απ την βροχή και το χαλάζι,
Τον Θάνατο τους, η τη ζωή , τα δυό μας χέρια, να τα αλλάζει.
Όνειρα
Όνειρα, κάναμε όταν ήμασταν παιδιά.
Μα η ζωή, δεν τα άφησε να ζήσουν.
Μπουμπούκια της άνοιξης μενεξεδιά,
αγέρας, δεν τα άφησε να ανθήσουν.
Όνειρα, …σαν θάλασσας τα κύματα,
που έρχονταν και φεύγαν αγριεμένα.
Χιονισμένης βουνοπλαγιάς, βήματα,
Βοριάδες, που τα σβήναν μαγεμένα.
Στου χρόνου, τα όνειρα, το μεσημέρι,
έγιναν, απόμακρες μικρές ελπίδες.
Μα στο απόβραδο, άλλαξαν λημέρι.
Αστεράκια γίνανε, … πυγολαμπίδες.
Της νύχτας το πέπλο, όταν απλώθηκε,
στη ψυχή πυκνό σκοτάδι, άγκυρα έριξε.
Αγριόχορτο η ερημιά, βαθειά ριζώθηκε.
της καρδιάς άπονα, τα όνειρα, διέρρηξε.
Μόνοι μείναμε, με τον ανελέητο χρόνο.
Να μετράμε, … χρόνια, μέρες και ώρες.
Στου παραδείσου μας, τον αιώνιο δρόμο,
να βαδίζουμε μαζί, πλάι στις ανεμώνες.
Η ζωή
Τα αχνάρια που πατήσαν άλλοι, περπατάμε.
Με φόβο και αποδοχή, πιστά ακολουθάμε.
Στον ήχο της ίδιας ζωής και τα παιδιά μας.
Αναζητούν, ίχνος αλήθειας, στην καρδιά μας.
Φλόγες που ζώνουν και καίνε το κορμί μας.
Αναμνήσεις που δεν σβήνουν στην ψυχή μας.
Τεράστια αιωνόβια δέντρα, η μοναξιά μας.
Σμίγουν, γέρνουν, με απειλή μπροστά μας.
Μας σιγοψιθυρίζουν, της αλήθειας λόγια.
Κακές μάγισσες, τα κάνουν παραμυθολόγια.
Σε ψηλά βουνά, τα στέλνει ο κρύος αγέρας.
Νότες βοσκού γίνονται, κάποιας φλογέρας
Η Αγγελική Μητροπούλου, είναι σύζυγος του συμπατριώτη μας Δημήτρη από το Αρτίκι.